Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2020

Ασφαλιστικό νομοσχέδιο: Όλες οι αλλαγές σε συντάξεις και εισφορές (πίνακες)


Σημαντικές αλλαγές σε κύριες συντάξεις, επικουρικές συντάξεις και ασφαλιστικές εισφορές φέρνει το ασφαλιστικό νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή. Οι κομβικές αλλαγές αλλά και τα ψιλά γράμματα του νέου νόμου επηρεάζουν τρία εκατομμύρια ασφαλισμένους και ένα εκατομμύριο συνταξιούχους και κινούνται γύρω από τρεις βασικές περιοχές: Κύριες συντάξεις, επικουρικές συντάξεις και εισφορές.

Κύριες Συντάξεις

Με κομβική ημερομηνία την 1η Οκτωβρίου αλλάζουν τα ποσοστά αναπλήρωσης για όσους έχουν ή θα έχουν 30,1 και πάνω έτη ασφάλισης. Πριμοδοτείται η έξοδος με 30,1 έως 44 έτη ασφάλισης, ιδιαίτερα για όσους θα αποχωρήσουν ή έχουν αποχωρήσει με 33 έως 40 έτη. Αλλάζουν έτσι οι ανταποδοτικές συντάξεις για όλους παλαιούς και νέους με τα εξής αποτελέσματα:



  • Σημερινοί εργαζόμενοι - μελλοντικοί συνταξιούχοι : Όσοι συνταξιοδοτηθούν από 1η Οκτωβρίου 2019 και μετά θα λάβουν κατευθείαν όλο το ποσό της αυξημένης σύνταξης που απορρέει από τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης εφόσον αποχωρούν με περισσότερα από 30 και έως 44 έτη ασφάλισης. Οι νέες συντάξεις είναι έως και κατά 252 ευρώ αυξημένες για ασφαλισμένους που αποχωρούν με 3.500 ευρώ συντάξιμες αποδοχές και 40ετία ασφάλισης. Όσοι αποχωρούν με περισσότερα από 44 έτη ασφάλισης χάνουν σε σχέση με το σημερινό σύστημα.
  • Σημερινοί συνταξιούχοι : Ξεχωριστή κατηγορία συνιστούν όσοι συνταξιοδοτήθηκαν από 13/5/2016 έως 30/9/2019, δηλαδή μετά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου. Οι συντάξεις τους θα επανυπολογιστούν και θα λάβουν προς τον Ιούνιο τις αυξήσεις που δικαιούνται αναδρομικά από 1η Οκτωβρίου εφόσον βέβαια έχουν συνταξιοδοτηθεί με περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης και δεν διατηρούν "προσωπική διαφορά". Όσοι έχουν συνταξιοδοτηθεί με 30 και λιγότερα έτη ασφάλισης δεν έχουν να περιμένουν κάτι - δεν συμπεριλαμβάνονται στους δικαιούχους των αυξήσεων.
  • Σημερινοί συνταξιούχοι : Όσοι συνταξιοδοτήθηκαν μετά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου και ειδικότερα από 13/5/2016 έως 31/12/2018 διατηρούν "προσωπική διαφορά" (κατά ποσοστό 25% - 50%) στην περίπτωση που η σύνταξή τους υπολογίστηκε με τον νόμο Κατρούγκαλου μικρότερη σε ποσοστό πάνω από 20% σε σύγκριση με το προισχύον καθεστώς. Αυτές οι περιπτώσεις απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή και στο επικρατέστερο σενάριο θα έχουν κάτα κύριο λόγο λογιστικούς συμψηφισμούς. Στο νόμο αναφέρεται πως αν το ποσό των νέων συντάξεων - με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης - είναι μικρότερο εκείνου που προκύπτει σύμφωνα με τα ποσοστά του νόμου Κατρούγκαλου το ποσό της διαφοράς εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά. Οι γνώμες των ειδικών διίστανται καθώς ορισμένοι συνιστούν υπομονή υποστηρίζοντας πως δεν είναι ξεκάθαρο αν και κατά πόσο διατηρείται η προσωπική διαφορά της 3ετούς μεταβατικής περιόδου του νόμου Κατρούγκαλου, ενώ άλλοι λένε πως σύμφωνα με την επίμαχη διάταξη η εν λόγω προσωπική διαφορά διατηρείται και στο νέο καθεστώς.
  • Σημερινοί συνταξιούχοι : Όσοι συνταξιοδοτήθηκαν πριν τον νόμο Κατρούγκαλου χωρίζονται σε 3 μεγάλες κατηγορίες.

  1. Η μεγάλη μάζα (πάνω από 600.000) των παλαιών συνταξιούχων θα έχει αυξήσεις μόνο στο εκκαθαριστικό λόγω λογιστικού συμψηφισμού με την «προσωπική διαφορά». Η νέα σύνταξη εξακολουθεί να είναι μικρότερη από την σύνταξη που έπαιρναν πριν τον νόμο Κατρούγκαλου, γι αυτό και απλώς θα μειωθεί η προσωπική τους διαφορά με μηδενική διαφορά στην τσέπη. Αυτό που αλλάζει είναι πως οι εν λόγω συνταξιούχοι μπορούν να ελπίζουν σε αυξήσεις νωρίτερα, καθώς από το 2023 ξεπαγώνει ο μηχανισμός αυξήσεων με βάση τον τιμάριθμο. Από τους νέους επανυπολογισμούς εξαιρούνται – όπως και το 2016 – οι συνταξιούχοι ΟΓΑ.
  2. Όσοι παλαιοί συνταξιούχοι είχαν συνταξιοδοτηθεί πριν τον νόμο Κατρούγκαλου – πριν από 13 Μαίου 2016 – έχουν αρνητική προσωπική διαφορά και ταυτόχρονα έχουν πάνω από 30 και έως 44 έτη ασφάλισης θα δουν μια νέα αύξηση, η οποία όμως θα σπάσει σε 5 ετήσιες δόσεις και γι αυτό θα είναι αρκετά μικρή φέτος. Διατηρείται η αύξηση που δόθηκε από το 2019 και δίνεται μια δεύτερη αύξηση η οποία σπάει σε νέα 5ετή μεταβατική περίοδο από φέτος έως και το 2024. Οι εν λόγω συνταξιούχοι είναι οι μόνοι που θα παίρνουν διπλή αύξηση κάθε χρόνο από φέτος έως και το 2023. Από την άλλη επειδή η αύξηση που δικαιούνται σπάει σε 5 δόσεις, το ποσό της κάθε δόσης θα είναι μικρό και για κάποιους ανεπαίσθητο.
  3. Όσοι παλαιοί συνταξιούχοι είχαν συνταξιοδοτηθεί πριν τον νόμο Κατρούγκαλου – πριν από 13 Μαΐου 2016 – και έχουν πολύ μικρή θετική προσωπική διαφορά και ταυτόχρονα έχουν πάνω από 30 και έως 44 έτη ασφάλισης. Ανάλογα με το ύψος της προσωπικής τους διαφοράς και τα έτη ασφάλισης μπορεί να εξουδετερώσουν την προσωπική διαφορά και να λάβουν και αύξηση η οποία όμως θα σπάσει σε 5 ετήσιες δόσεις από φέτος έως και το 2024.

Το σχέδιο νόμου διατηρεί την πρόβλεψη για γενικές αυξήσεις από το 2023 και μετά, αλλάζοντας στη διατύπωση τον τρόπο υπολογισμού αυτών των αυξήσεων. Σύμφωνα με ειδικούς, δεν προκύπτει σημαντική μεταβολή στις γενικές αυξήσεις από το νέο τύπο σε σχέση με το προϊσχύον καθεστώς. Όπως δεν αλλάζει και η πρόβλεψη του νόμου Κατρούγκαλου για «κόφτη» στο ποσοστό μεταβολής του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή. Στην πράξη, για όσο διάστημα η ελληνική οικονομία παραμένει σε στασιμοπληθωρισμό, οι αυξήσεις στις συντάξεις δεν θα επηρεάζονται από την πορεία του ΑΕΠ

Πέναλτι για εργαζόμενους συνταξιούχους
Διαφορετικές ταχύτητες εργαζόμενων συνταξιούχων διαμορφώνονται με το ασφαλιστικό νομοσχέδιο καθώς εισάγονται και διάφορες μεταβατικές περίοδοι. Αναλυτικά:

  • Οι συνταξιούχοι που ξεκίνησαν να εργάζονται μετά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου (ή συνταξιοδοτήθηκαν μετά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου, δηλαδή από 13/5/2016 και μετά) θα χάνουν πλέον το 30% και όχι το 60% της σύνταξής τους για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται. Ειδικά όσοι αναλαμβάνουν θέσεις σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης θα χάνουν το 100% των συντάξεών τους μόνο αν είναι κάτω των 61 ετών, διαφορετικά θα χάνουν το 30%. Το εν λόγω όριο ηλικίας αυξάνεται από 1/3/2021 στο 62ο έτος της ηλικίας.
  • Παλαιοί συνταξιούχοι που είχαν ήδη συνταξιοδοτηθεί πριν από τις 12 Μαίου του 2016, εργάζονταν ήδη πριν από την ημερομηνία αυτή και συνεχίζουν αδιάκοπα να εργάζονται έως σήμερα. Έμειναν ανέπαφοι από τον «κόφτη» 60% του νόμου Κατρούγκαλου και παραμένουν στο παλαιό καθεστώς το οποίο διαχωρίζει τα "πέναλτι" στους συνταξιούχους ανάλογα με την απασχόλησή τους σε δυο κατηγορίες

  1. Όσοι εργάζονται ως μισθωτοί χάνουν το 70% του ποσού που υπερβαίνει τα 30 ημερομίσθια ανειδίκευτου εργάτη. Όποιος έχει σύνταξη έως 871 ευρώ δεν χάνει τίποτα. Όσοι έχουν υψηλότερη σύνταξη χάνουν το 70% του ποσού που υπερβαίνει τα 871. Η επικουρική καταβάλλεται ολόκληρη. (Όσοι είναι κάτω των 55 ετών χάνουν εντελώς την σύνταξη).
  2. Όσοι εργάζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες χάνουν εντελώς το ποσό που υπερβαίνει τα 60 ημερομίσθια. Όσοι είναι κάτω των 55 χάνουν εντελώς την σύνταξη. Όσοι είναι πάνω από 55 και λαμβάνουν σύνταξη έως 1.742 ευρώ δεν χάνουν τίποτα

Το νομοσχέδιο τους δίνει μεταβατική περίοδο μέχρι 1η Μαρτίου του 2021 ώστε να "τακτοποιήσουν" τις υποθέσεις τους. Μέχρι 28/2/2021 παραμένουν στο σημερινό καθεστώς και από 1/3/2021 εφόσον συνεχίζουν να εργάζονται θα χάνουν το 30% της σύνταξής τους από το πρώτο ευρώ.

Νέες κατηγορίες προστέθηκαν στους πληθυσμούς που εξαιρούνται από τον κόφτη 30%:

  • Συνταξιούχοι ΙΚΑ, Δημοσίου, ΟΑΕΕ, ΕΤΑΑ, ΕΤΑΠ - ΜΜΕ κλπ. που έχουν μια μικρή αγροτική δραστηριότητα και δηλώνουν ετήσιο εισόδημα από αυτή την αγροτική δραστηριότητα έως 10.000 ευρώ θα απαλάσσονται από την υποχρέωση ασφάλισης στον ΕΦΚΑ - Αγροτών και συνεπώς από τον κόφτη της σύνταξής τους κατά 30% (στο προηγούμενο καθεστώς το πλαφόν ήταν 5.460€ για τους συνταξιούχους μετά τον νόμο Κατρούγκαλου και απεριόριστο για τους παλαιούς).
  • οι πολύτεκνοι, των οποίων το ένα τουλάχιστον παιδί είθναι ανήλικο ή σπουδάζει και έως 24 ετών.
  • οι αγρότες που συνεχίζουν εργαζόμενοι ως αγρότες
  • ψυχικά ασθενείς

Προσοχή, ο νέος «κόφτης» του 30% θα καταλαμβάνει πλέον όλους όσοι εργάζονται είτε πριν είτε μετά τον νέο νόμο. Αλλάζει δηλαδή και το καθεστώς όσων εργάζονταν ήδη πριν τον νόμο Κατρούγκαλου και είχαν μείνει με το παλαιότερο, πριν τον Μάιο του 2016, καθεστώς.

Εισφορές - Μπλοκάκια
Στο τελικό κείμενο του νομοσχεδίου προσδιορίζεται ρητά ο μηχανισμός με τον οποίο θα απαλλάσσονται από τις διπλές εισφορές οι παράλληλα απασχολούμενοι ως μισθωτοί και ως ελεύθεροι επαγγελματίες. Κατ αρχήν προβλέπεται ρητά πως ως βάση υπολογισμού λαμβάνεται ο εκάστοτε μηνιαίος μισθός και σε κάθε περίπτωση τα 12 μηνιάτικα χωρίς τα Δώρα. Δεν μπαίνουν δηλαδή στον υπολογισμό οι εισφορές του μισθού για το Δώρο Χριστουγέννων, Πάσχα και καλοκαιριού. Ειδικά για μηχανικούς, γιατρούς και δικηγόρους για τους οποίους υπάρχει υποχρέωση ασφάλισης και για επικουρική – εφάπαξ, η πλήρης απαλλαγή έρχεται αν καλύπτονται και οι εισφορές της 1ης κατηγορίας για επικούριση και της πρόνοια από το μισθό. Επειδή για σύνταξη και υγεία απαιτείται η κάλυψη της 2ης κλίμακας των 252 ευρώ, ο γενικός κανόνας είναι πως:

  • Μισθωτοί που αναλαμβάνουν παράλληλα ελεύθερο επάγγελμα απαλλάσσονται πλήρως αν έχουν μεικτό μισθό 930 ευρώ και πάνω. Αυτό διότι καλύπτουν από το μισθό τους την εισφορά κλάδου σύνταξης και υγείας της 2ης κλίμακας των 252 ευρώ.
  • Οι μηχανικοί, γιατροί και δικηγόροι πρέπει να καλύπτουν και την ελάχιστη εισφορά για επικουρική και εφάπαξ η οποία όμως καλύπτεται από το ποσό των 930 ευρώ οπότε δεν υποχρεώνονται σε επιπλέον εισφορά γι αυτούς τους δυο κλάδους εφόσον έχουν αυτό τον μισθό.

Προσοχή: Οι παράλληλα απασχολούμενοι διατηρούν το δικαίωμα να επιλέξουν ανώτερη ασφαλιστική κλίμακα από την 2η και υποχρεωτική γι αυτούς. Όσοι επιλέξουν να ενταχθούν σε ανώτερη της 2ης κλίμακας θα πληρώσουν μόνο την διαφορά της εισφοράς κύριας σύνταξης που δεν καλύπτουν από το μισθό τους. Διατηρείται επίσης το καθεστώς του άρθρου 39 παρ.9 του νόμου Κατρούγκαλου, που αφορά ασφαλισμένους που αμείβονται με μπλοκάκι και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε έως δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Μπορούν να συνεχίσουν να πληρώνουν εισφορές ως οιονεί μισθωτοί.

Για παράδειγμα : Μισθωτός με μισθό 1.200€ που αναλαμβάνει και ελεύθερο επάγγελμα με μπλοκάκι. Καλύπτει πλήρως τις εισφορές της 2ης κλίμακας και μπορεί να απαλλαγεί από την διπλή εισφορά. Αν επιθυμεί να ενταχθεί σε υψηλότερη κατηγορία για να έχει καλύτερη ανταπόδοση στην μελλοντική του σύνταξη μπορεί να επιλέξει την 3η κλίμακα των 236 ευρώ εισφορά κύριας σύνταξης χωρίς καμία επιβάρυνση. Αν επιλέξει την 4η κλίμακα των 297 ευρώ θα πρέπει να πληρώσει επιπλέον 57 ευρώ.

Εισφορές μη μισθωτών
Μέχρι 12 Μαρτίου πρέπει να πληρωθούν οι εισφορές Ιανουαρίου που θα υπολογιστούν με το νέο σύστημα. Οι ελέύθεροι επαγγελματίες, αυτοαπασχολούμενοι και αγρότες θα κληθούν τις επόμενες ημέρες να δηλώσουν την ασφαλιστική κλίµακα στην οποία επιθυµούν να ενταχθούν για το 2020. Η διαδικασία αφορά όλους τους µη µισθωτούς ασφαλισµένους του ΕΦΚΑ, δηλαδή 1,4 εκατ. ελεύθερους επαγγελµατίες, αυτοαπασχολούµενους και αγρότες. Όσοι µη µισθωτοί δεν υποβάλουν αίτηση, θα ενταχθούν αυτοδίκαια στην πρώτη και ελάχιστη ασφαλιστική κατηγορία των 220 ευρώ. Υπενθυµίζεται πως οι εισφορές Ιανουαρίου 2020 πρέπει κανονικά να καταβληθούν έως τα τέλη Φεβρουαρίου. Γι’ αυτό και στο νοµοσχέδιο παρατείνεται µε ειδική διάταξη, και µόνο για την πρώτη εφαρµογή του νόµου, η αποπληρωµή των εισφορών Ιανουαρίου έως τις 12 Μαρτίου. Στο µεσοδιάστηµα, οι ελεύθεροι επαγγελµατίες θα κληθούν να επιλέξουν ασφαλιστική κατηγορία.

Αυτές είναι οι νέες εισφορές


Ειδική υποκατώτατη κατηγορία μειωμένων εισφορών ύψους 136 ευρώ προβλέπεται για τους νέους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους με δραστηριότητα έως 5 έτη.


Αγρότες:


Σύµφωνα µε ειδικούς της κοινωνικής ασφάλισης, οι επαγγελµατίες που ασφαλίζονταν στο παρελθόν µε τις ασφαλιστικές κλάσεις του πρώην ΟΑΕΕ και είχαν υποχρέωση να αλλάζουν κλάση ανά συγκεκριµένα χρονικά διαστήµατα, φαίνεται στην πλειονότητά τους να έχουν καταβάλει µια µέση εισφορά για τα έτη 2002-2019 της τάξης των 240 ευρώ, ποσό που «χτίζει» µέσες συντάξιµες αποδοχές της τάξης των 1.200 ευρώ. Πρόκειται για ασφαλισµένους του πρώην ΟΑΕΕ που µετρούν ήδη από 20 έως 30 έτη ασφάλισης και έχουν ακόµη µπροστά τους από 5 έως 20 χρόνια για να συνταξιοδοτηθούν.

Οπως σηµειώνουν οι ειδικοί, στο νέο σύστηµα πρέπει να ενταχθούν στην 3η ασφαλιστική κατηγορία για να διατηρήσουν τις συντάξιµες αποδοχές τους στο ύψος των παλαιών καταβαλλοµένων εισφορών. Εάν επιθυµούν να αυξήσουν το ποσό της προσδοκώµενης σύνταξής τους, πρέπει να ενταχθούν σε µεγαλύτερη της 3ης ασφαλιστική κατηγορία. Το εν λόγω σενάριο εκτιµάται πως καλύπτει περί το 70%-80% των ασφαλισµένων του πρώην ΟΑΕΕ που έχουν ασφαλιστεί διαχρονικά σε µεσαίες και υψηλές κλάσεις και την τελευταία τριετία (2017-2019) κατέβαλλαν την ελάχιστη εισφορά των 117 ευρώ. Αντίστοιχα για τους επιστήµονες του πρώην ΕΤΑΑ (δικηγόρους, συµβολαιογράφους, µηχανικούς, γιατρούς) φαίνεται πως η επιλογή της 4ης κατηγορίας διατηρεί το ύψος της προσδοκώµενης σύνταξης στο σηµερινό της ύψος και οποιαδήποτε κατηγορία από την 3η και κάτω το ρίχνει.

Με το ίδιο σύστημα αλλάζουν και οι εισφορές επικουρικής ασφάλισης όπως και εφάπαξ παροχής.

Συνεπώς όσοι ασφαλίζονται υποχρεωτικά και για επικουρική (βενζινοπώλες, αρτοποιοί) θα πληρώσουν:


Αντίστοιχα όσοι ασφαλίζονται υποχρεωτικά για πρόνοια (γιατροί, φαρμακοποιοί κ.α.) θα πληρώσουν:


Αντίστοιχα όσοι ασφαλίζονται υποχρεωτικά και για επικουρική και για πρόνοια - εφάπαξ (μηχανικοί, δικηγόροι) θα πληρώσουν:


Επικουρικές
Αναδρομικές αυξήσεις από 1η Οκτωβρίου 2019 έως 48% για 250.000 δικαιούχους επικουρικών συντάξεων φέρνει το ασφαλιστικό νομοσχέδιο. Η μεσοσταθμική αύξηση θα είναι 99,57 ευρώ το μήνα και σε απόλυτους αριθμούς θα κυμαίνεται από 5 ευρώ έως 196 ευρώ. Τις αυξήσεις μαζί με τα αναδρομικά από 1η Οκτωβρίου 2019 θα λάβουν μετά από την ψήφιση του νομοσχεδίου και τους απαραίτητους επανυπολογισμούς, όσοι είχαν άθροισμα κύριας και επικουρικής πάνω από 1.300 ευρώ το καλοκαίρι του 2016 και είδαν τις επικουρικές τους τότε να μειώνονται. Οι αυξήσεις και τα αναδρομικά θα πρέπει να αναμένονται προς τον Ιούνιο.

Όπως αναφέρεται στο άρθρο 44 του ασφαλιστικού νομοσχεδίου οι παλαιές επικουρικές που κόπηκαν το καλοκαίρι του 2016 επανέρχονται στο ύψος που είχαν διαμορφωθεί στις 31 Δεκεμβρίου 2014. Έτσι ακυρώνονται οι περικοπές και η προσωπική διαφορά μετατρέπεται σε σύνταξη.

"13η σύνταξη"
Καταργείται από 1/1/2020 η παροχή της "13ης σύνταξης" η οποία θεσμοθετήθηκε τον περασμένο Μάιο ως παροχή που θα έπρεπε να καταβάλλεται «εντός του Μαΐου κάθε έτους». Το άρθρο 120 του Ν. 4611/2019 όριζε πως την δικαιούνται «όσοι λαμβάνουν σύνταξη την 1η Μαΐου του έτους χορήγησής της». Τώρα αυτό το άρθρο αντικαθίσταται από 1/1/2020 από «μια συμπληρωματική χρηματοδότηση του κοινωνικού προυπολογισμού» ύψους 0,5% του ΑΕΠ (περίπου ένα δις) ώστε να καλύπτεται:

  • κατά πρώτον η δαπάνη που δημιουργείται ετησίως από την εφαρμογή των πρόσφατων αποφάσεων του ΣτΕ, δηλαδή από τις αυξήσεις των επικουρικών λόγω της κατάργησης των μειώσεων του 2016 και τις αυξήσεις των παλαιών και νέων κύριων συντάξεων με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης και
  • κατά δεύτερον δαπάνες «πολιτικών κοινωνικής ασφάλισης, πρόνοιας και κοινωνικής αλληλεγγύης και υγείας».

Η τελική νομοθετική διάταξη παραπέμπει σε ΚΥΑ των υπουργών Εργασίας, Υγείας και Οικονομικών, η οποία θα καθορίζει ετησίως το ποσό για την χρηματοδότηση των εν λόγω πολιτικών, με βάση τις αναλογιστικές προβολές, τα στοιχεία εκτέλεσης του κοινωνικού προϋπολογισμού και τους ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους.

Υπενθυμίζεται πως η λεγόμενη «13η σύνταξη» είχε θεσμοθετηθεί τον περασμένο Μάιο με το άρθρο 120 του νόμου 4611/2019 (τον νόμο για τις 120 δόσεις) το οποίο αντικαθίσταται τώρα με τη νέα παροχή. Η παλαιά παροχή είχε θεσμοθετηθεί να δίνεται ποσοστιαία ανάλογα με το ποσό της ακαθάριστης μηνιαίας κύριας σύνταξης ως εξής:

α) Για ποσό έως και 500,00 ευρώ, σε ποσοστό 100%

β) Για ποσό από 500,01 έως και 600,00 ευρώ, σε ποσοστό 70%

γ) Για ποσό από 600,01 έως και 1.000,00 ευρώ, σε ποσοστό 50%

δ) Για ποσό από 1.000,01 ευρώ και άνω, σε ποσοστό 30%

Από την κατάργηση της "13ης σύνταξης" κυρίως χάνουν οι χαμηλοσυνταξιούχοι με κύρια σύνταξη ή άθροισμα κύριων συντάξεων κάτω των 500 ευρώ, οι οποίοι έχουν ταυτόχρονα αποχωρήσει με λιγότερα από 30 έτη ασφάλισης. Όσοι έχουν αποχωρήσει με 30 έτη ασφάλισης και κάτω δεν πρέπει να προσδοκούν σε αύξηση, καθώς δεν ανήκουν στις κατηγορίες της αυξημένης ανταποδοτικότητας.



Λοιπές διατάξεις
Στο ασφαλιστικό περιλαμβάνονται επίσης ρυθμίσεις για:

  • Την εκκαθάριση των οφειλών ασφαλιστικών εισφορών εργατών γης
  • Απαλλάσσονται από τον υπολογισμό των εισφορών υπέρ υγειονομικής περίθαλψης ύψους 6% το εξωιδρυματικό επίδομα, το επίδομα απολύτου αναπηρίας και το επίδομα τυφλότητας που λαμβάνουν δικαιούχοι σύνταξης.
  • Δίνεται η δυνατότητα σε αγρότες, υγειονομικούς του πρ. ΕΤΑΑ-ΤΣΑΥ, ελεύθερους επαγγελματίες του πρ. ΟΑΕΕ, μισθωτούς ΙΚΑ κλπ να ενταχθούν προαιρετικά στους κλάδους επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ για να λάβουν επικουρική και εφάπαξ. Αν ενταχθούν όμως θα μείνουν μετά στον κλάδο αυτό υποχρεωτικά.
  • Δίνεται η δυνατότητα σε επικουρική – εξπρές μέσω συμψηφισμών για όσους, κυρίως δημοσίους υπαλλήλους, θεμελιώνουν δικαίωμα και με εξαγορές πλασματικών ετών. Αναλυτικά, αν το δικαίωμα σε επικουρική θεμελιώνεται και με εξαγορά πλασματικών δίνεται η δυνατότητα συμψηφισμού ή παρακράτησης από το σύνολο των δικαιούμενων ποσών επικουρικής σύνταξης, εφόσον το οφειλόμενο ποσό εξαγοράς δεν υπερβαίνει τις 3.000 ευρώ. Διαφορετικά, το μέρος που υπερβαίνει τις 3.000 ευρώ εξοφλείται εφάπαξ πριν την έκδοση της απόφασης συνταξιοδότησης ενώ το υπόλοιπο συμψηφίζεται ή παρακρατείται από τις επικουρικές συντάξεις. Η ρύθμιση αυτή καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς αιτήσεις
  • Εισάγεται πάγια διάταξη που µειώνει τον απαραίτητο χρόνο ασφάλισης για ασφαλιστική ικανότητα και πρόσβαση στην ιατροφαρµακευτική περίθαλψη στα 50 ένσηµα για τους µισθωτούς και στους 2 µήνες για τους ελεύθερους επαγγελµατίες. Ετσι διατηρείται το σηµερινό ευνοϊκό καθεστώς, το οποίο όµως λήγει στις 29 Φεβρουαρίου. Χωρίς τη διάταξη θα έπρεπε να αυξηθούν από 1ης Μαρτίου οι ελάχιστες προϋποθέσεις, βάσει ρύθµισης του 2018, σε τουλάχιστον 75 ένσηµα για τους µισθωτούς και 3 µήνες για τους ελεύθερους επαγγελµατίες, ώστε οι ασφαλισµένοι να έχουν πρόσβαση σε ιατροφαρµακευτική περίθαλψη.
  • Δίνεται η δυνατότητα να λάβει σύνταξη από δικό του δικαίωµα (π.χ. σύνταξη γήρατος) ο γονέας, σύζυγος ή αδελφός αναπήρου που είχε λάβει σύνταξη προστάτη-υποστηρικτή, αλλά αυτή έχει ανασταλεί επειδή ο ανάπηρος έπιασε δουλειά ως µισθωτός ή αυτοαπασχολείται. Με το σηµερινό θεσµικό πλαίσιο η σύνταξη του προστάτη αναστέλλεται για όσο χρονικό διάστηµα διαρκεί η εργασία του ΑµεΑ και ταυτόχρονα ο προστάτης δεν µπορεί να λάβει σύνταξη από δικό του δικαίωµα, αν π.χ. θεµελιώνει σύνταξη γήρατος. Με τη νέα διάταξη παρέχεται η δυνατότητα να υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης από δικό του δικαίωµα, εφόσον έχει ανασταλεί η καταβολή της σύνταξης του προστάτη.
  • Διατηρείται, αλλά προς το ευνοϊκότερο, το ηλικιακό όριο για τα µερίσµατα χηρείας από το ΜΤΠΥ, καθώς προβλέπεται πως όσοι δεν είναι 52 ετών κατά τον χρόνο του θανάτου δεν θα χάνουν το µέρισµα διά βίου (το λαµβάνουν κατ’ αρχάς για 3 χρόνια όλοι), αλλά θα το ξαναπαίρνουν όταν γίνονται 67 ετών

Δείτε εδώ το πλήρες νομοσχέδιο

(ΔΕ 17/2/20)



Δείτε ακόμα:




Ακολουθήστε το eisodima.gr για περισσότερες χρηστικές ειδήσεις!