Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2019

Κατασχέσεις: Οι 5 τρόποι άμυνας των οφειλετών


Μυστικά και παγίδες στις κατασχέσεις της Εφορίας
Φόβητρο για εκατομμύρια φορολογουμένους με ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις φορολογικές αρχές έχουν γίνει οι κατασχέσεις στα εισοδήματα και τα περιουσιακά τους στοιχεία.

Η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) στην προσπάθειά της να αυξήσει τις εισπράξεις ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο έχει εξαπολύσει τα τελευταία χρόνια μπαράζ κατασχέσεων σε μισθούς, συντάξεις, ενοίκια, επιδόματα, εισοδηματικές παροχές, καταθέσεις και περιουσιακά στοιχεία ακόμη και μικροοφειλετών.

Κατ’ αρχήν οι οφειλέτες του Δημοσίου θα πρέπει να γνωρίζουν ότι η ισχύουσα νομοθεσία για τις κατασχέσεις κρύβει γι’ αυτούς πολλές παγίδες. Ας τις δούμε αναλυτικά:

1. Η Εφορία δικαιούται να κατάσχει ακίνητο για ληξιπρόθεσμο χρέος άνω των 500 ευρώ! Όποιος οφείλει στο Δημόσιο οποιοδήποτε ποσό πάνω από 500 ευρώ (π.χ. ένα ποσό της τάξεως των 550 ή των 600 ή των 1.000 ή των 2.000 ή των 3.000 ή των 5.000 ευρώ) και δεν το έχει πληρώσει εμπρόθεσμα ή δεν το έχει ρυθμίσει για εξόφληση σε δόσεις, εφόσον δεν έχει καταθέσεις στις τράπεζες ούτε κάποια έσοδα ή εισοδήματα ή κινητά περιουσιακά στοιχεία που μπορούν να κατασχεθούν για να αποπληρωθεί η οφειλή του, τότε υπάρχει πιθανότητα μια… ωραία πρωία να πληροφορηθεί ότι εκδόθηκε εντολή για κατάσχεση του σπιτιού του ή κάποιου άλλου ακινήτου που κατέχει.

Το «γράμμα» του νόμου προβλέπει ότι για μη ρυθμισμένα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο άνω των 500 ευρώ δύνανται να επιβληθούν όλα τα εναλλακτικά αναγκαστικά μέτρα είσπραξης, συμπεριλαμβανομένων και των κατασχέσεων ακινήτων! Συνεπώς, ο κίνδυνος να μπλέξει ο οφειλέτης σε περιπέτειες με την ακίνητη περιουσία του αν χρωστάει πάνω από 500 ευρώ στο Δημόσιο εξακολουθεί να υπάρχει, έστω κι αν οι πιθανότητες να τον αντιμετωπίσει είναι πάρα πολύ μικρές.



2. Η Εφορία μπορεί να προχωρήσει σε κατάσχεση αυτοκινήτου, σκάφους ή οποιουδήποτε άλλου κινητού περιουσιακού στοιχείου για ληξιπρόθεσμο χρέος πάνω από 500 ευρώ.

3. Για οποιοδήποτε ποσό ληξιπρόθεσμης οφειλής προς το Δημόσιο η Εφορία έχει το δικαίωμα να κατάσχει τα ακόλουθα ποσά που τυχόν δικαιούται να εισπράξει ο οφειλέτης:

* Από ποσά μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων άνω των 1.000 και έως 1.500 ευρώ τον μήνα επιτρέπεται η κατάσχεση στα χέρια του εργοδότη ή του ασφαλιστικού ταμείου ποσοστού 50% επί του τμήματος πάνω από τα 1.000 και μέχρι τα 1.500 ευρώ, ενώ από ποσά άνω των 1.500 ευρώ τον μήνα επιτρέπεται η κατάσχεση στα χέρια του εργοδότη ή του ασφαλιστικού ταμείου του συνόλου του υπερβάλλοντος των 1.500 ευρώ ποσού αντί του 25% που ίσχυε μέχρι πρότινος.

* Το 25% οποιουδήποτε άλλου ασφαλιστικού βοηθήματος καταβάλλεται περιοδικά στον οφειλέτη, εφόσον αυτό υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ. Σε κάθε περίπτωση το ποσό που απομένει μετά την κατάσχεση δεν μπορεί να είναι χαμηλότερο των 1.000 ευρώ.

* Το 1/5 των καταβαλλόμενων ημερομισθίων.

* Το 50% του εφάπαξ που καταβάλλεται από οποιοδήποτε ασφαλιστικό ταμείο.

* Εως και το 100% των ενοικίων των οποίων επίκειται η είσπραξη.

* Εως και το 100% των πάσης φύσεως αποζημιώσεων (π.χ. για απόλυση ή για ζημιά που υπέστη κάποιο ασφαλισμένο περιουσιακό στοιχείο του κ.λπ.).

* Εως και το 100% των πάσης φύσεως εισπράξεων από πωλήσεις προϊόντων ή άλλων πραγμάτων (π.χ. ακινήτων, Ι.Χ. κ.λπ.).

Οι κατασχέσεις των παραπάνω ποσών επιτρέπεται να γίνονται πριν την καταβολή τους στους δικαιούχους-οφειλέτες του Δημοσίου, δηλαδή ενώ τα ποσά αυτά βρίσκονται ακόμη στα χέρια εκείνων που πρόκειται να τα καταβάλουν.

4. Για οποιοδήποτε ποσό ληξιπρόθεσμου χρέους προς το Δημόσιο η Εφορία έχει δικαίωμα να κατάσχει ποσά από τις καταθέσεις του οφειλέτη στις τράπεζες. Εξαιρούνται τα ακόλουθα ποσά:

* Μισθοί, συντάξεις και λοιπά βοηθήματα καταβαλλόμενα τακτικά από ασφαλιστικά ταμεία, εφόσον έχουν κατατεθεί σε έναν λογαριασμό μισθοδοσίας, ο οποίος έχει δηλωθεί από τον οφειλέτη ως «ακατάσχετος». Στην περίπτωση αυτή ισχύει ακατάσχετο όριο 1.250 ευρώ.

* Ορισμένα κοινωνικά επιδόματα τακτικά ή έκτακτα. Προστασία από τις κατασχέσεις για χρέη προς το Δημόσιο ισχύει και στις περιπτώσεις των προνοιακών ή άλλων «κοινωνικών» επιδομάτων και βοηθημάτων που πιστώνονται στους τραπεζικούς λογαριασμούς των οφειλετών.

Τα επιδόματα αυτά είναι το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης, το επίδομα ανεργίας του ΟΑΕΔ, το επίδομα θέρμανσης, η διατροφή ανηλίκου τέκνου και κάθε άλλο ποσό επιδόματος ή παροχής που έχει χαρακτηριστεί ρητώς ως «ακατάσχετο» από τη νομοθεσία που το προβλέπει.

Για να μην κατασχεθούν τα ποσά αυτά ενόσω βρίσκονται κατατεθειμένα σε τραπεζικό λογαριασμό του οφειλέτη, θα πρέπει να μην υπερβαίνουν τα 1.250 ευρώ και ο λογαριασμός στον οποίο έχουν κατατεθεί να έχει δηλωθεί ως «ο ένας και μοναδικός λογαριασμός για τον οποίο ισχύει ακατάσχετο όριο καταθέσεων μέχρι 1.250 ευρώ».

Εάν υπάρχει λογαριασμός περιοδικής πίστωσης μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων πρέπει να γνωστοποιείται αποκλειστικά και μόνο ο λογαριασμός αυτός.

Σε περίπτωση που έχει επιβληθεί κατάσχεση σε ποσά τέτοιων επιδομάτων, ο οφειλέτης πρέπει να υποβάλει αίτηση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. για άρση ή περιορισμό της κατάσχεσης ώστε τα ποσά αυτά να εξαιρεθούν από τα κατασχετέα και να αποδεσμευτούν.

* Οποιασδήποτε άλλης προέλευσης χρηματικό υπόλοιπο μέχρι 1.250 ευρώ υπάρχει σε τραπεζικό λογαριασμό που έχει δηλωθεί από τον οφειλέτη ως ο «ένας και μοναδικός λογαριασμός για τον οποίο ισχύει ακατάσχετο όριο καταθέσεων μέχρι 1.250 ευρώ».

Οι 5 τρόποι άμυνας των οφειλετών

Οι ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων προβλέπουν ότι οι κατασχέσεις που επιβάλλουν οι φορολογικές αρχές για να αυξήσουν τις εισπράξεις ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο μπορούν να αντιμετωπιστούν από τους οφειλέτες και να αποτραπούν ή να περιοριστούν με 5 εναλλακτικούς τρόπους που είναι οι εξής:

1. Η υπαγωγή των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το Δημόσιο σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις φορολογικές αρχές μπορούν να ρυθμιστούν έως και 12 μηνιαίες δόσεις ή εάν προέρχονται από έκτακτη φορολογία ή από πρόστιμα μη φορολογικού χαρακτήρα έως και σε 24 μηνιαίες δόσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου 4152/2013 περί «πάγιας ρύθμισης».

Η υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή προϋποθέτει την ηλεκτρονική υποβολή αίτησης και υπεύθυνης δήλωσης του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 στην οποία ο οφειλέτης θα πρέπει να επικαλεστεί τα στοιχεία για την εισοδηματική και την περιουσιακή του κατάσταση που έχει δηλώσει με τα έντυπα Ε1 και Ε9.

Η υποβολή της αίτησης και της υπεύθυνης δήλωσης γίνεται μέσω ειδικής εφαρμογής, στην ιστοσελίδα της Α.Α.Δ.Ε., στην ηλεκτρονική διεύθυνση www.aade.gr.

Ο φορολογούμενος που θα υπαχθεί στη ρύθμιση αυτή θα πρέπει να γνωρίζει ότι:

* Το συνολικό ποσό των οφειλών που θα ρυθμίσει επιβαρύνεται με ετήσιο ποσοστό τόκων 5%.

* Σε περίπτωση που, μετά την ημερομηνία υπαγωγής στη ρύθμιση, δημιουργηθούν νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές, μπορεί να τις υπαγάγει κι αυτές σε «πάγια ρύθμιση».

* Προϋπόθεση για την ένταξη στη ρύθμιση είναι ο οφειλέτης να έχει υποβάλει τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας καθώς και τυχόν περιοδικές και εκκαθαριστικές δηλώσεις ΦΠΑ για τις οποίες ήταν υπόχρεος την τελευταία πενταετία.

* Για να είναι έγκυρη η ρύθμιση και να μην ακυρωθεί, ο φορολογούμενος θα πρέπει να εξοφλήσει είτε μέσω ηλεκτρονικής τραπεζικής (e-banking) είτε στο ΑΤΜ υποκαταστήματος της τράπεζάς του είτε σε υποκατάστημα οποιασδήποτε τράπεζας την 1η δόση της ρύθμισης μέσα σε χρονικό διάστημα τριών εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης.

Η εξόφληση της 1ης δόσης είναι εφικτή είτε με την πληκτρολόγηση – σε περίπτωση πληρωμής μέσω e-banking ή μέσω ΑΤΜ – είτε με την προσκόμιση – σε περίπτωση προσέλευσης στο ταμείο τραπεζικού υποκαταστήματος – της λεγόμενης Ταυτότητας Ρυθμιζόμενης Οφειλής (Τ.Ρ.Ο.), δηλαδή του ειδικού τριμερούς πολυψήφιου κωδικού αριθμού που συνοδεύει την ρυθμιζόμενη οφειλή.

2. Η ασφάλιση των τακτικά καταβαλλόμενων μέσω τραπεζικών λογαριασμών μισθών, συντάξεων και λοιπών ασφαλιστικών επιδομάτων και παροχών μέσω της δήλωσης του βασικού τραπεζικού λογαριασμού του οφειλέτη ως «ακατάσχετου».

Για κάθε οφειλέτη του Δημοσίου ισχύει ακατάσχετο όριο 1.250 ευρώ όσον αφορά στα ποσά των καταθέσεών του σε έναν λογαριασμό που έχει ανοίξει σε ένα μόνο τραπεζικό ίδρυμα.

Ωστόσο, για να ισχύσει το ακατάσχετο αυτό όριο, ο οφειλέτης θα πρέπει να γνωστοποιήσει στην Α.Α.Δ.Ε. τον συγκεκριμένο τραπεζικό λογαριασμό του, υποβάλλοντας ηλεκτρονικά σχετική δήλωση στο Taxisnet. Εφόσον ο οφειλέτης έχει τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο πιστώνονται κάθε μήνα ποσά μισθών ή συντάξεων ή άλλων ασφαλιστικών βοηθημάτων οφείλει να γνωστοποιήσει αυτόν τον λογαριασμό στην Α.Α.Δ.Ε., ώστε να μην κατάσχονται από αυτόν υπόλοιπα χαμηλότερα των 1.250 ευρώ.

3. Η τμηματική αποπληρωμή του ληξιπρόθεσμου χρέους ανά μη τακτά διαστήματα με την καταβολή ποσών «έναντι», ιδίως αν το ποσό του χρέους υπερβαίνει κατά πολύ τα 500 ευρώ.

Η λύση αυτή πρέπει να επιλέγεται εφόσον είναι αδύνατη η υπαγωγή του χρέους σε «πάγια ρύθμιση» και με πρωταρχικό στόχο το συνολικό ποσό της οφειλής να περιοριστεί κάτω από τα 500 ευρώ που είναι το όριο πάνω από το οποίο επιτρέπεται η επιβολή του μέτρου της κατάσχεσης ακινήτου!

Κάθε οφειλέτης που έχει ένα μη ρυθμισμένο ληξιπρόθεσμο χρέος μπορεί όποτε θέλει να πληρώνει οποιουδήποτε ύψους ποσό «έναντι» του συνολικού αυτού χρέους σε οποιοδήποτε υποκατάστημα Τράπεζας ή των ΕΛ.ΤΑ., χρησιμοποιώντας την Ταυτότητα Οφειλής, δηλαδή τον κωδικό πληρωμής, που συνοδεύει το χρέος του.

Με τη μέθοδο της καταβολής ποσών «έναντι» επιτυγχάνεται η σταδιακή μείωση του υπολοίπου της οφειλής. Μπορεί δε με τον τρόπο αυτό μια οφειλή της τάξεως των 1.000 ή των 2.000 ευρώ να μειωθεί σταδιακά κάτω από τα 500 ευρώ και ο οφειλέτης να πάψει να τουλάχιστον να είναι εκτεθειμένος στον κίνδυνο κατάσχεσης κάποιου ακινήτου που κατέχει.




4. Η υποβολή αίτησης προς τον προϊστάμενο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. για μείωση του ποσού που υπόκειται σε κατάσχεση.

Ο οφειλέτης εναντίον του οποίου έχει επιβληθεί το μέτρο της κατάσχεσης ποσοστού επί του τμήματος του μηνιαίου μισθού του άνω των 1.000 ευρώ ή επί οποιουδήποτε άλλου εισοδήματός του έχει δικαίωμα να ζητήσει από τον προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. στην οποία υπάγεται, υποβάλλοντας σχετική αίτηση, τη μείωση του ποσοστού επί του μισθού του ή επί του άλλου εισοδήματός του, το οποίο παρακρατείται για κατάσχεση έναντι χρεών του προς το Δημόσιο, εφόσον αποδείξει ότι υπάρχουν σοβαροί οικονομικοί λόγοι που υπαγορεύουν τη μείωση αυτή.

5. Η πώληση ακινήτου περιουσιακού στοιχείου και η απόδοση μέρους ή ολοκλήρου του εισπραττόμενου τιμήματος για την αποπληρωμή της οφειλής.

Σε περίπτωση ύπαρξης μεγάλου ληξιπρόθεσμου χρέους ο οφειλέτης έχει το δικαίωμα να πωλήσει ακίνητο περιουσιακό στοιχείο το οποίο κατέχει με την προϋπόθεση της παρακράτησης μέρους ή ολοκλήρου του τιμήματος που θα εισπραχθεί προκειμένου να αποδοθεί στο Δημόσιο για την ολοσχερή ή μερική αποπληρωμή του χρέους.

Πηγή: Ελεύθερος Τύπος (ΣΑ, 5/1/19)



Δείτε ακόμη:



Ακολουθήστε το eisodima.gr για περισσότερες χρηστικές ειδήσεις!