Σάββατο 20 Μαΐου 2017

Τι ισχύει για την προαιρετική ασφάλιση των δημοσίων υπαλλήλων


Οδηγίες και διευκρινίσεις σχετικά με τις προϋποθέσεις που ισχύουν για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης σε τακτικούς και μετακλητούς υπαλλήλους και λειτουργούς του Δημοσίου και της Βουλής, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμού, ιερείς και υπαλλήλους των εκκλησιών, καθώς και στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, των Σωμάτων Ασφαλείας και του Πυροσβεστικού Σώματος παρέχει απόφαση που υπογράφει ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης.

Η απόφαση περιγράφει το δικαίωμα στην προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης από την 1η Ιανουαρίου 2017 και μετά για κύρια σύνταξη ή/και επικουρική ή/και για ασθένεια σε είδος και σε χρήμα.

Ειδικότερα η υπουργική απόφαση θέτει ως προϋποθέσεις για την υπαγωγή στην προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης τις εξής:

α) Έχει πραγματοποιήσει στην υποχρεωτική ασφάλιση τουλάχιστον 5 έτη ή 1.500 ημέρες, εκ των οποίων τουλάχιστον ένα έτος ή 300 ημέρες εντός της τελευταίας πριν την υποβολή της αίτησης πενταετίας και υποβάλλει τη σχετική αίτηση του μέσα σε προθεσμία 12 μηνών από την τελευταία ασφάλισή του σε φορέα, τομέα, κλάδο ή λογαριασμό κύριας ασφάλισης. Ή έχει πραγματοποιήσει οποτεδήποτε στην υποχρεωτική ασφάλιση 10 έτη ή 3.000 ημέρες ασφάλισης, ανεξάρτητα από το χρόνο υποβολής της αίτησης για προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης. Οι συγκεκριμένες χρονικές προϋποθέσεις δύνανται να συμπληρωθούν με συνυπολογισμό χρόνου διαδοχικής ασφάλισης.

β) Έχει διακόψει ή διακόπτει καθ' οιονδήποτε τρόπο (π.χ. παραίτηση, λύση σύμβασης, διαγραφή από τη ΔΟΥ, διαγραφή από τον οικείο επαγγελματικό σύλλογο, προκειμένου για δημοσίους υπαλλήλους λύση της υπαλληλικής σχέσης και για στρατιωτικούς αποστρατεία) την υποχρεωτική ασφάλιση στον ΕΦΚΑ.

γ) Κατά την υποβολή της αίτησης ο ασφαλισμένος δεν είναι ανάπηρος.

δ) Ειδικά οι αυτοαπασχολούμενοι και οι ασφαλισμένοι του πρώην ΟΓΑ δεν έχουν οφειλή από οποιαδήποτε αιτία προς τον ασφαλιστικό φορέα ή, σε περίπτωση οφειλής, να έχουν υπαχθεί σε καθεστώς ρύθμισης, της οποίας οι όροι τηρούνται καθ' όλη τη διάρκεια της προαιρετικής συνέχισης της ασφάλισης.




Για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης καταβάλλεται μηνιαία εισφορά ως εξής:

α) Οι μισθωτοί καταβάλλουν το σύνολο της ασφαλιστικής εισφοράς εργαζόμενου-εργοδότη στο ύψος που έχει διαμορφωθεί και ισχύει κατά το χρόνο υπαγωγής στην προαιρετική ασφάλιση. Το ως άνω ποσοστό υπολογίζεται επί του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών επί των οποίων καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης. Ως ελάχιστη μηνιαία βάση υπολογισμού των εισφορών καθορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ισχύει κάθε φορά.

β) Οι αυτοαπασχολούμενοι καταβάλλουν το ποσοστό εισφοράς που προβλέπεται για τους ασφαλισμένους που έχουν συμπληρώσει πέντε έτη ασφάλισης. Η μηνιαία εισφορά υπολογίζεται επί του μέσου όρου του εισοδήματος επί του οποίου καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, αναπροσαρμοζόμενων κατά τον παρακάτω τρόπο: για το διάστημα έως και το 2020 κατά τη μεταβολή του μέσου ετήσιου γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) και για το διάστημα από το 2021 και εφεξής με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ.

Σε περίπτωση που κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης δεν προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, για όλο το δωδεκάμηνο ή μέρος αυτού, μισθωτού ή ελεύθερου επαγγελματία, ή αφορά σε μήνες ασφάλισης πριν την 1/1/2017, για τους μήνες αυτούς ως μηνιαίο εισόδημα για την εφαρμογή των ανωτέρω λαμβάνεται η προβλεπόμενη από την παρ. 3 του άρθρου 39 του ν.4387/2016 μηνιαία ελάχιστη βάση υπολογισμού για τους ασφαλισμένους που έχουν συμπληρώσει πέντε έτη ασφάλισης.

Σε περίπτωση ασφαλισμένων του πρώην ΕΤΑΑ -ΤΣΜΕΔΕ και ΕΤΑΑ - ΤΣΑΥ που κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από την διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης, παρείχαν εξαρτημένη εργασία, έχουν εφαρμογή τα προβλεπόμενα της περίπτωσης α) του παρόντος άρθρου για τους μισθωτούς.

Εάν για μέρος του ανωτέρω χρόνου προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης μισθωτού και για τον υπόλοιπο χρόνο υποχρέωση ασφάλισης ελεύθερου επαγγελματία, για τον υπολογισμό του μέσου όρου του εισοδήματος εφαρμόζονται αντίστοιχα τα ως άνω προβλεπόμενα για τους μισθωτούς και ελεύθερους επαγγελματίες.


Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και σε δικηγόρους με έμμισθη εντολή ασφαλισμένους του πρώην ΕΤΑΑ - Τομέας Ασφάλισης Νομικών. Σε περίπτωση ασφαλισμένων του πρώην ΕΤΑΑ που από 1/1/2017 εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του άρθρου 36 παρ. 2 του ν.4387/2016, εφαρμόζονται τα ως άνω προβλεπόμενα για τους μισθωτούς, λαμβάνοντας ως μηνιαίες αποδοχές το άθροισμα των μηνιαίων αποδοχών και του μηνιαίου εισοδήματος επί του οποίου υπολογίστηκε η υποχρεωτική μηνιαία εισφορά.

γ) Οι ασφαλισμένοι του ΟΓΑ καταβάλλουν το ποσοστό εισφοράς που προβλέπεται από το άρθρο 40 παρ. 2 και 41 παρ.3 του ν.4387/2016, όπως αυτό διαμορφώνεται από 1/1/2022 και εφεξής. Η μηνιαία εισφορά υπολογίζεται επί του μέσου όρου του εισοδήματος επί του οποίου καταβλήθηκαν ασφαλιστικές εισφορές το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης.

Σε περίπτωση που κατά το τελευταίο δωδεκάμηνο πριν από τη διακοπή της υποχρεωτικής ασφάλισης δεν προκύπτει υποχρέωση ασφάλισης και καταβολής ασφαλιστικών εισφορών, για όλο το δωδεκάμηνο ή μέρος αυτού, ή αφορά σε μήνες ασφάλισης πριν την 1/1/2017, για τους μήνες αυτούς ως μηνιαίο εισόδημα για την εφαρμογή των ανωτέρω λαμβάνεται η προβλεπόμενη από την παρ. 2β του άρθρου 40 του ν.4387/2016 μηνιαία ελάχιστη βάση υπολογισμού.

δ) Για τη συμπλήρωση του ανωτέρω δωδεκαμήνου λαμβάνεται υπόψη και ο διαδοχικά διανυθείς χρόνος ασφάλισης. Ειδικότερα, στην περίπτωση που κατά τη διάρκεια του δωδεκαμήνου, ο ασφαλισμένος είχε διαδοχικά την ιδιότητα μισθωτού, αυτοαπασχολούμενου, αγρότη, το ύψος της μηνιαίας εισφοράς για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης υπολογίζεται ως ποσοστό επί του μέσου όρου του αθροίσματος των μηνιαίων αποδοχών και εισοδημάτων από κάθε απασχόληση.

Μη συνυπολογισμός της προαιρετικής ασφάλισης σε ΒΑΕ

Προσοχή: Ο χρόνος της προαιρετικής ασφάλισης δεν συνυπολογίζεται ως χρόνος διανυθείς σε βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα (περιλαμβανομένων και των διατάξεων του άρθρου 4 του ν. 3660/2008).

Έναρξη προαιρετικής ασφάλισης

Η προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης αρχίζει από την ημερομηνία υποβολής αίτησης στον Ε.Φ.Κ.Α. και ενεργείται για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπολείπεται -πλην του μήνα υποβολής της αίτησης-των 25 ημερών ασφάλισης ανά μήνα (ή τουλάχιστον ένα μήνα) και των 300 ημερών ανά έτος (ή 12 μήνες ανά έτος).

Η διακοπή - λήξη της προαιρετικής ασφάλισης επέρχεται:

α) Με αίτηση -δήλωση του ασφαλισμένου από την πρώτη του επομένου μήνα της υποβολής της.

β) Με τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος ή επ' αόριστον αναπηρίας του ασφαλισμένου.

γ) Με το θάνατο του ασφαλισμένου.

δ) Με την ανάληψη εργασίας ή δραστηριότητας ή απόκτηση ιδιότητας ασφαλιστέας στον ΕΦΚΑ. Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής της μηνιαίας ασφαλιστικής εισφοράς για περισσότερο από δύο έτη από την ημερομηνία που αυτή κατέστη απαιτητή επέρχεται απώλεια του δικαιώματος συνέχισης της προαιρετικής ασφάλισης. Στην περίπτωση αυτή ο ασφαλισμένος μπορεί εκ νέου να υποβάλει αίτημα για υπαγωγή στην προαιρετική ασφάλιση μετά την παρέλευση τριών ετών. Συνολικά, ο ασφαλισμένος μπορεί να υπαχθεί σε καθεστώς προαιρετικής ασφάλισης μέχρι τρεις φορές.

*Οι ασφαλισμένοι που έχουν υπαχθεί ή θα υπαχθούν σύμφωνα με τις προϊσχύουσες διατάξεις σε προαιρετική συνέχιση ασφάλισης μέχρι 31.12.2016 συνεχίζουν την προαιρετική ασφάλιση με τους ίδιους όρους με τους οποίους υπήχθησαν σε αυτήν.


Διαβάστε ακόμη: